Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Cloakroom
01
αποδυτήριο, γκαρνταρόμπα
a room where coats and other articles can be left temporarily
02
αποδυτήριο, αίθουσα ανάπαυσης
a private lounge off of a legislative chamber
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
αποδυτήριο, γκαρνταρόμπα
αποδυτήριο, αίθουσα ανάπαυσης