Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
A-bomb
01
βόμβα Α, ατομική βόμβα
a nuclear weapon with great destruction power which is released due to the fission of heavy atoms
Παραδείγματα
The A-bomb dropped on Hiroshima and Nagasaki in 1945 had devastating consequences, leading to widespread destruction and loss of life.
Η ατομική βόμβα που έπεσε στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι το 1945 είχε καταστροφικές συνέπειες, οδηγώντας σε ευρεία καταστροφή και απώλεια ζωών.
The scientists worked tirelessly to develop the A-bomb as a deterrent during the Cold War.
Οι επιστήμονες εργάστηκαν ακούραστα για να αναπτύξουν την ατομική βόμβα ως αποτροπιασμό κατά τον Ψυχρό Πόλεμο.



























