Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Chapter
01
κεφάλαιο
one of the main sections of a book, with a particular number and title
Παραδείγματα
She eagerly read the first chapter of the novel to get a sense of the story.
Διάβασε με ενθουσιασμό το πρώτο κεφάλαιο του μυθιστορήματος για να πάρει μια αίσθηση της ιστορίας.
Each chapter in the textbook covers a different historical period.
Κάθε κεφάλαιο στο σχολικό βιβλίο καλύπτει μια διαφορετική ιστορική περίοδο.
02
κεφάλαιο, τμήμα
a group of individuals in a specific area who form a segment of a larger organization
Παραδείγματα
He joined the university 's chapter of the national fraternity.
Έγινε μέλος του πανεπιστημιακού κεφαλαίου της εθνικής αδελφότητας.
The local chapter of the environmental group organized a cleanup event.
Το τοπικό κεφάλαιο της οικολογικής ομάδας οργάνωσε μια εκδήλωση καθαρισμού.
03
κεφάλαιο, περίοδος
a specific period of time in history or in someone's life
Παραδείγματα
The turbulent chapter of the nation's history was characterized by civil unrest and political upheaval.
Το ταραχώδες κεφάλαιο της ιστορίας του έθνους χαρακτηρίστηκε από πολιτικές αναταραχές και πολιτικές ανατροπές.
After completing his education, he entered a new chapter of his career, filled with opportunities and challenges.
Μετά την ολοκλήρωση της εκπαίδευσής του, μπήκε σε ένα νέο κεφάλαιο της καριέρας του, γεμάτο ευκαιρίες και προκλήσεις.
04
κεφάλαιο, περίοδος
a distinct period marked by significant changes from the previous period
Παραδείγματα
The war marked a dark chapter in the nation's history.
Ο πόλεμος σηματοδότησε ένα σκοτεινό κεφάλαιο στην ιστορία του έθνους.
His travels through Europe became a fascinating chapter of his life.
Τα ταξίδια του στην Ευρώπη έγιναν ένα συναρπαστικό κεφάλαιο της ζωής του.
05
κεφάλαιο, συνέλευση
a formal gathering of monks in a monastery or canons in a church
Παραδείγματα
The chapter convened to discuss the upcoming festival preparations.
Το κεφάλαιο συγκεντρώθηκε για να συζητήσει τις προετοιμασίες για το επερχόμενο φεστιβάλ.
He was excited to attend his first chapter meeting since joining the monastery.
Ήταν ενθουσιασμένος που θα παραβρισκόταν στην πρώτη του συνάντηση κεφαλαίου από τότε που εντάχθηκε στη μονή.



























