LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Centesimo
/sˌɛntɪsˈɪməʊ/
/sˌɛntɪsˈɪmoʊ/
centesimi
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "centesimo"
Centesimo
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a fractional monetary unit of several countries: Panama and Italy and Uruguay and Chile
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
centesimal
centerpiece
centerline
centering
centerfold
centesis
centigrade
centigrade scale
centigrade thermometer
centile
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App