LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Carriage wrench
/kˈaɹɪdʒ ɹˈɛntʃ/
/kˈæɹɪdʒ ɹˈɛntʃ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "carriage wrench"
Carriage wrench
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a wrench designed for use with carriage bolts
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
carriage trade
carriage return
carriage house
carriage dog
carriage bolt
carriageway
carrick bend
carrick bitt
carrier
carrier bag
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App