Capillarity
volume
British pronunciation/kˌapɪlˈaɹɪti/
American pronunciation/kˌæpɪlˈæɹɪɾi/

Ορισμός και Σημασία του "capillarity"

01

a phenomenon associated with surface tension and resulting in the elevation or depression of liquids in capillaries

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store