LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Cantillate
/kˈantɪlˌeɪt/
/kˈæntɪlˌeɪt/
Verb (1)
Ορισμός και Σημασία του "cantillate"
to cantillate
ΡΉΜΑ
01
recite with musical intonation; recite as a chant or a psalm
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
cantilever bridge
cantilever
canticles
canticle of simeon
canticle of canticles
cantillation
cantle
canto
canton
canton flannel
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App