Burping
volume
British pronunciation/bˈɜːpɪŋ/
American pronunciation/ˈbɝpɪŋ/

Ορισμός και Σημασία του "burping"

01

a reflex that expels gas noisily from the stomach through the mouth

word family

burp

burp

Verb

burping

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store