LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Breeding ground
/bɹˈiːdɪŋ ɡɹˈaʊnd/
/bɹˈiːdɪŋ ɡɹˈaʊnd/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "breeding ground"
Breeding ground
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a place where animals breed
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
breeding
breeder reactor
breeder
breed's hill
breed
breeze
breeze block
breeze through
breezeway
breezily
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App