Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
post-colonial
01
μετααποικιακός, μετα-αποικιακός
(of period or conditions) following the end of colonial rule in a country, often focusing on its cultural, political, and social changes
Παραδείγματα
The novel explores themes of identity and resistance in a post-colonial society.
Το μυθιστόρημα εξερευνά θέματα ταυτότητας και αντίστασης σε μια μετα-αποικιακή κοινωνία.
Many countries face challenges in the post-colonial era, including economic dependence.
Πολλές χώρες αντιμετωπίζουν προκλήσεις στη μετα-αποικιακή εποχή, συμπεριλαμβανομένης της οικονομικής εξάρτησης.



























