Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Gyrocar
01
gyrocar, γυροσκοπικό όχημα
a type of monorail or two-wheeled vehicle that uses gyroscopes to maintain balance and stability
Παραδείγματα
The inventor showcased his innovative gyrocar, which remained upright even when stationary.
Ο εφευρέτης παρουσίασε το καινοτόμο gyrocar του, που παρέμεινε όρθιο ακόμα και όταν ήταν ακίνητο.
Despite its futuristic design, the gyrocar failed to gain commercial success due to its high production costs.
Παρά το φουτουριστικό σχέδιό του, το gyrocar απέτυχε να κερδίσει εμπορική επιτυχία λόγω των υψηλών κόστων παραγωγής του.



























