Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Rhythmic gymnastics
01
ρυθμική γυμναστική
a type of gymnastics involving graceful movements with apparatus such as ribbons, hoops, and balls
Παραδείγματα
She has been practicing rhythmic gymnastics since she was six years old.
Ασχολείται με την ρυθμική γυμναστική από την ηλικία των έξι ετών.
The rhythmic gymnastics team won gold at the regional competition.
Η ομάδα της ρυθμικής γυμναστικής κέρδισε το χρυσό στο περιφερειακό διαγωνισμό.



























