Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
hand to god
01
Ορκίζομαι στο Θεό, Χέρι στην καρδιά
used to emphasize the truthfulness or sincerity of a statement
Παραδείγματα
Hand to God, I did n't take your money. I swear.
Ορκίζομαι στο Θεό, δεν πήρα τα λεφτά σου. Ορκίζομαι.
Hand to God, I'll be there for you no matter what.
Ορκίζομαι στο Θεό, θα είμαι εκεί για σένα ό,τι κι αν συμβεί.



























