Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
my bad
01
Δικό μου λάθος, Εγώ φταίω
used to acknowledge one's mistake, error, or fault
Παραδείγματα
My bad. I'll send the email right away.
Δικό μου λάθος. Θα στείλω το email αμέσως.
Oh, my bad. I forgot that I mentioned it before.
Ωχ, δικό μου λάθος. Ξέχασα ότι το ανέφερα πριν.



























