Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
underpriced
01
υποτιμημένος, πολύ φθηνός
priced lower than its perceived or actual value, making it a bargain or a good deal
Λεξικό Δέντρο
underpriced
underprice
price
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
υποτιμημένος, πολύ φθηνός
Λεξικό Δέντρο