LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
In possession of
/ɪn pəzˈɛʃən ɒv/
/ɪn pəzˈɛʃən ʌv/
Preposition (1)
Ορισμός και Σημασία του "in possession of"
in possession of
ΠΡΌΘΕΣΗ
01
να είσαι ιδιοκτήτης κάτι
used to show that someone has control or ownership of a particular object or item
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App