Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
high-achieving
01
υψηλών επιδόσεων, υψηλών επιτευγμάτων
consistently accomplishing significant success or goals
Παραδείγματα
The high-achieving athlete broke several records in track and field.
Ο υψηλών επιδόσεων αθλητής έσπασε πολλά ρεκόρ στο στίβο.
The high-achieving company received recognition for its innovative products and rapid growth.
Η υψηλής επίδοσης εταιρεία έλαβε αναγνώριση για τα καινοτόμα προϊόντα και τη γρήγορη ανάπτυξή της.



























