ner
ner
nər
ναρ
British pronunciation
/stˈiːm klˈiːnə/

Ορισμός και σημασία του "steam cleaner"στα αγγλικά

01

καθαριστήρας ατμού, ατμοκαθαριστήρας

a device that uses steam to clean and sanitize surfaces
steam cleaner definition and meaning
example
Παραδείγματα
I used the steam cleaner to remove stubborn stains from the kitchen tiles.
Χρησιμοποίησα τον ατμοκαθαριστή για να αφαιρέσω τις επίμονες κηλίδες από τα πλακάκια της κουζίνας.
She brought out the steam cleaner to sanitize the upholstery after the party.
Έβγαλε τον ατμοκαθαριστήρα για να απολυμάνει τα ταπετσαρικά μετά το πάρτι.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store