Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Home gym
01
γυμναστήριο στο σπίτι, οικιακό γυμναστήριο
a space in a residence designed for fitness and exercise activities, equipped with various fitness equipment and accessories
Παραδείγματα
He converted the garage into a home gym with a treadmill and dumbbells.
Μετατρόπισε το γκαράζ σε ένα γυμναστήριο στο σπίτι με διάδρομο και αλτήρες.
Her home gym includes resistance bands and a yoga mat for daily routines.
Το home gym της περιλαμβάνει ταινίες αντίστασης και ένα χαλάκι γιόγκα για τις καθημερινές ρουτίνες.



























