Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Bottle opener
01
ανοιχτήρι μπουκαλιών, αποσφραγιστήρας
a small tool used to open the metal top of a bottle
Παραδείγματα
He grabbed a bottle opener to open his drink.
Άρπαξε ένα ανοιχτήρι μπουκαλιών για να ανοίξει το ποτό του.
The kitchen drawer had a metal bottle opener.
Το συρτάρι της κουζίνας είχε ένα μεταλλικό ανοιχτήρι μπουκαλιών.



























