Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
snackable
01
εύκολο στην κατανάλωση, έτοιμο για κατανάλωση
easy to consume in small, convenient portions
Λεξικό Δέντρο
snackable
snack
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
εύκολο στην κατανάλωση, έτοιμο για κατανάλωση
Λεξικό Δέντρο