LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Flowy
/flˈəʊi/
/flˈoʊi/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "flowy"
flowy
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
ρέοντος
(particularly of clothing or hair) hanging loosely or flowing freely
Παράδειγμα
She
wore
a
flowy
dress
in
a
lovely
lemon chiffon
hue
for
the
summer
picnic
.
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App