Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
holy moly
01
άγια μολύ, ω θεέ μου
used to express one's surprise or bewilderment
Παραδείγματα
When I saw the view from the mountaintop, I thought, ' Holy moly, this is breathtaking.
Όταν είδα την θέα από την κορυφή του βουνού, σκέφτηκα, 'Θεέ μου, αυτό είναι συναρπαστικό.'
I got the job I always wanted, and I thought, Holy moly, dreams do come true.
Πήρα τη δουλειά που πάντα ήθελα, και σκέφτηκα, Θεέ μου, τα όνειρα πραγματικά γίνονται πραγματικότητα.



























