Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Cross-country running
01
δίαυλος, cross-country
a type of race that takes place on natural outdoor surfaces such as fields, hills, and woods
Παραδείγματα
Cross-country running requires a lot of endurance because the course can be very challenging.
Ο διαδρομικός αγώνας απαιτεί πολλή αντοχή επειδή η διαδρομή μπορεί να είναι πολύ δύσκολη.
She joined the cross-country running team to improve her stamina and enjoy outdoor exercise.
Προσχώρησε στην ομάδα διαδρομών εκτός δρόμου για να βελτιώσει την αντοχή της και να απολαύσει την άσκηση σε εξωτερικούς χώρους.



























