Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Anti-royalist
01
αντιβασιλικός, αντιπολιτευόμενος της μοναρχίας
someone who opposes or rejects the institution of monarchy, often advocating for its abolition
Παραδείγματα
The anti-royalist protested during the king's coronation ceremony.
Ο αντιβασιλικός διαδήλωσε κατά τη διάρκεια της τελετής στέψης του βασιλιά.
She identified as an anti-royalist, believing in a democratic government system.
Αυτοπροσδιορίστηκε ως αντι-βασιλική, πιστεύοντας σε ένα δημοκρατικό σύστημα διακυβέρνησης.



























