LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Cherry blossom
/tʃˈɛɹi blˈɒsəm/
/tʃˈɛɹi blˈɔsəm/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "cherry blossom"
cherry blossom
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
*** a very light shade of pink-red
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
cherry birch
cherry apple
cherry
cheroot
cherokee rose
cherry bomb
cherry crab
cherry flip
cherry on the cake
cherry picker
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App