Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
pop-eyed
01
με κουφά μάτια, με εξογκωμένα μάτια
having wide open, bulging, or protruding eyes, often due to surprise, excitement, or fear
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
με κουφά μάτια, με εξογκωμένα μάτια