LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Bonhomie
/bˈɒnəmˌiː/
/bˈɑːnəmˌiː/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "bonhomie"
Bonhomie
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a disposition to be friendly and approachable (easy to talk to)
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
bonhoeffer
bonheur
bongo drum
bongo
bong
boniface
boniness
bonito
bonito shark
bonk
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App