Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
split-level
01
με δάπεδα ή δωμάτια χτισμένα σε ελαφρώς διαφορετικά ύψη, διαχωρισμένο επίπεδο
having floors or rooms built at slightly different heights
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
με δάπεδα ή δωμάτια χτισμένα σε ελαφρώς διαφορετικά ύψη, διαχωρισμένο επίπεδο