Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to throw down
[phrase form: throw]
01
ρίχνω, καταβάλλω
(of a DJ or rapper) to perform a piece of music with energy and skill
Παραδείγματα
The DJ decided to throw down some classic tunes for the party.
Ο DJ αποφάσισε να παίξει μερικά κλασικά τραγούδια για το πάρτι.
The rapper was ready to throw down his latest track on stage.
Ο ράπερ ήταν έτοιμος να παρουσιάσει το τελευταίο του κομμάτι στη σκηνή.
02
παλεύω, αντιμετωπίζω
to fight or stand up to someone in a confrontation
Παραδείγματα
If you keep talking, we 're gon na throw down.
Αν συνεχίσεις να μιλάς, θα παλέψουμε.
He always throws down when challenged.
Αυτός πάντα πολεμά όταν προκαλείται.



























