Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Gene pool
01
γονιδιακή δεξαμενή, γονιδιακό απόθεμα
all of the genes that are available within breeding populations of a particular species of animal or plant
Παραδείγματα
A diverse gene pool helps ensure the health and adaptability of a species.
Μια ποικιλόμορφη γονιδιακή δεξαμενή βοηθά στη διασφάλιση της υγείας και της προσαρμοστικότητας ενός είδους.
Conservation efforts aim to protect the gene pool of rare plants.
Οι προσπάθειες διατήρησης στοχεύουν στην προστασία της γονιδιακής δεξαμενής των σπάνιων φυτών.



























