Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Veganism
01
βιγκανισμός
*** the practice of eating only food not derived from animals and typically of avoiding the use of other animal products
Λεξικό Δέντρο
veganism
vegan
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
βιγκανισμός
Λεξικό Δέντρο