Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
The big screen
01
μεγάλη οθόνη, σινεμά
the cinema, especially in comparison to television
Παραδείγματα
After years of working in television, she 's making her debut on the big screen.
Μετά από χρόνια εργασίας στην τηλεόραση, κάνει το ντεμπούτο της στη μεγάλη οθόνη.
The new superhero film will be shown on the big screen this summer.
Η νέα ταινία υπερηρώων θα προβληθεί στη μεγάλη οθόνη αυτό το καλοκαίρι.



























