Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Love interest
01
ερωτικό ενδιαφέρον, ρομαντικό ενδιαφέρον
a person who is romantically or emotionally involved with another person, often a central character in a story or narrative
Παραδείγματα
The movie 's love interest was a mysterious stranger with a hidden past.
Το ερωτικό ενδιαφέρον της ταινίας ήταν ένας μυστηριώδης ξένος με κρυφό παρελθόν.
His love interest in the book was a strong, independent character.
Το ερωτικό ενδιαφέρον του στο βιβλίο ήταν ένας δυνατός, ανεξάρτητος χαρακτήρας.



























