Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Net surfer
01
σέρφερ του δικτύου, χρήστης του διαδικτύου
a person who spends a lot of time on the Internet
Παραδείγματα
The net surfer spent hours exploring different websites and online forums.
Ο διαδικτυακός σέρφερ πέρασε ώρες εξερευνώντας διαφορετικούς ιστότοπους και διαδικτυακά φόρουμ.
The net surfer enjoyed discovering new trends and gadgets online.
Ο διαδικτυακός σέρφερ απολάμβανε να ανακαλύπτει νέες τάσεις και gadget στο διαδίκτυο.



























