Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Windscreen wiper
01
υαλοκαθαριστήρας, λαστιχένια υαλοκαθαριστήρα
a mechanical device that cleans the windshield
Dialect
British
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
υαλοκαθαριστήρας, λαστιχένια υαλοκαθαριστήρα