LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Blotted out
/blˈɒtɪd ˈaʊt/
/blˈɑːɾᵻd ˈaʊt/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "blotted out"
blotted out
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
reduced to nothingness
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
blotchy
blotched
blotch
blot out
blot copybook
blotter
blotting paper
blotto
blouse
bloviate
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App