Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Blood vessel
01
αγγείο αίματος, αγγείο
any tube structure inside the body through which blood can circulate, such as a vein, artery, etc.
Παραδείγματα
The surgeon carefully repaired the damaged blood vessel to restore proper circulation.
Ο χειρουργός επισκεύασε προσεκτικά το κατεστραμμένο αγγείο αίματος για να αποκαταστήσει τη σωστή κυκλοφορία.
High blood pressure can cause strain on the blood vessels, leading to potential health issues.
Η υψηλή πίεση του αίματος μπορεί να προκαλέσει καταπόνηση στα αγγεία, οδηγώντας σε πιθανά προβλήματα υγείας.



























