LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
War vessel
/wˈɔː vˈɛsəl/
/wˈɔːɹ vˈɛsəl/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "war vessel"
War vessel
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a government ship that is available for waging war
word family
war vessel
war vessel
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
war secretary
war room
war power
war party
war paint
war whoop
war widow
war zone
war-ridden
war-torn
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App