LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Vesicopapule
/vˈɛsɪkˌɒpɐpjˌuːl/
/vˈɛsɪkˌɑːpɐpjˌuːl/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "vesicopapule"
Vesicopapule
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a papule that changes into a blister
word family
vesicopapule
vesicopapule
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
vesicle
vesicatory
vesication
vesicate
vesicaria
vesicoureteral reflux
vesicula umbilicus
vesicular
vesicular stomatitis
vesiculate
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App