LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Vaseline
/vˈasəlˌiːn/
/ˈvæsəˌɫin/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "vaseline"
Vaseline
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
βαζελίνη
a brand name for petroleum jelly, a semi-solid mixture derived from petroleum that is used as a protective and moisturizing agent for the skin
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App