Vainglory
volume
British pronunciation/vˈe‍ɪŋɡləɹˌi/
American pronunciation/vˈeɪŋɡlɚɹi/

Ορισμός και Σημασία του "vainglory"

01

too much pride in one's abilities or achievements

vainglory

n

vainglorious

adj

vainglorious

adj
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store