Unilaterally
volume
British pronunciation/jˌuːnɪlˈætəɹə‍li/
American pronunciation/ˌjunəˈɫætɝəɫi/, /ˌjunəˈɫætɹəɫi/

Ορισμός και Σημασία του "unilaterally"

unilaterally
01

in a unilateral manner; by means of one part or party

download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store