Unguiculate
volume
British pronunciation/ʌnɡwˈɪkjʊlˌeɪt/
American pronunciation/ʌnɡwˈɪkjʊlˌeɪt/

Ορισμός και Σημασία του "unguiculate"

01

a mammal having nails or claws

unguiculate
01

having or resembling claws or nails

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store