LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Undock
/ʌndˈɒk/
/ənˈdɑk/
Verb (2)
Ορισμός και Σημασία του "undock"
to undock
ΡΉΜΑ
01
move out of a dock
dock
02
take (a ship) out of a dock
dock
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
undoable
undo
undivided right
undivided interest
undivided highway
undocumented
undoer
undogmatic
undogmatical
undoing
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App