LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Typographically
/tˌaɪpəɡɹˈafɪkli/
/tˌaɪpəɡɹˈæfɪkli/
Adverb (1)
Ορισμός και Σημασία του "typographically"
typographically
ΕΠΊΡΡΗΜΑ
01
in a typographic way
word family
typographical
typographical
Adjective
typographically
Adverb
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
typographical error
typographical
typographic
typographer
typist
typography
typology
tyr
tyramine
tyranni
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App