Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
tuneful
01
μελωδικός, αρμονικός
pleasantly melodic and harmonious
Παραδείγματα
The choir ’s tuneful rendition of the carol filled the church with a warm, festive spirit.
Η μελωδική απόδοση του ύμνου από τη χορωδία γέμισε την εκκλησία με ένα ζεστό, εορταστικό πνεύμα.
Her tuneful singing made the entire room stop and listen.
Το μελωδικό τραγούδι της έκανε όλο το δωμάτιο να σταματήσει και να ακούσει.
Λεξικό Δέντρο
tunefully
tunefulness
untuneful
tuneful
tune



























