Trifurcation
volume
British pronunciation/tɹˌaɪfəkˈeɪʃən/
American pronunciation/tɹˌaɪfɚkˈeɪʃən/

Ορισμός και Σημασία του "trifurcation"

01

the act of splitting into three branches

word family

furcate

furcate

Verb

furcation

Noun

trifurcation

Noun
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store