LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Tribalization
/tɹˌaɪbəlaɪzˈeɪʃən/
/tɹˌaɪbəlaɪzˈeɪʃən/
tribalisation
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "tribalization"
Tribalization
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
the act of making tribal; unification on a tribal basis
detribalization
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
tribalism
tribal society
tribal chief
tribal
tribadistic
tribasic acid
tribasic sodium phosphate
tribe
tribe bambuseae
tribe bovini
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App