Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Tobacco
01
καπνός, φύλλα καπνού
leaves of the tobacco plant dried and prepared for smoking or ingestion
02
καπνός, φυτό καπνού
aromatic annual or perennial herbs and shrubs
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
καπνός, φύλλα καπνού
καπνός, φυτό καπνού